Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

αχ και να χαθούν τα ζάρια...













πέρασμα καθημερινό, χρόνια τώρα. γωνιακό κατάστημα δώρων, κάπου στην Πλάκα. περισσότερο πέρασμα απέξω, σχεδόν καθόλου από μέσα. οι προθήκες του κατάφορτες από μικρά, παράξενα, πολύχρωμα αντικείμενα. τόσα πολλά που νόμιζα ότι κάποια στιγμή τα δώρα θα ασφυκτιούσαν και θα ξεχύνονταν στο δρόμο. ίσως με αυτή τη μικρή, λάθρα ελπίδα να είχα επιλέξει αυτή τη διαδρομή. απέξω, χειμώνα καλοκαίρι, μια παρέα να παίζει ατελείωτα τάβλι. ανάμεσά τους κι ο καταστηματάρχης.

πριν λίγους μήνες πρόσεξα το πρώτο ενοικιαστήριο. το κατάστημα ακόμη λειτουργούσε, το τάβλι συνεχίζονταν. κάποια στιγμή, μήνες μετά, έτυχε να δω μεταφορά πραγμάτων. διάφοροι έμπαιναν, έπαιρναν ό,τι έβρισκαν κι έβγαιναν φορτωμένοι σε διάφορες κατευθύνσεις. κανονική εκποίηση, το μαγαζί άδειαζε, το τάβλι συνεχιζόταν απρόσκοπτα απέξω. σκεφτόμουν, μάλιστα, ότι αν έμπαινα κι εγώ να πάρω κάτι εκείνη την ώρα κανείς δεν θα με ρώταγε τι και πως, εκείνοι έμοιαζαν ολότελα στο τάβλι τους! ούτε ματιά στο μαγαζί που άδειαζε...

όταν επέστρεψα από τις θερινές διαδρομές, το κατάστημα ήταν τελείως άδειο πια, τα ενοικιαστήρια στις μικρές βιτρίνες του πολλαπλασιάστηκαν. τώρα, όμως, δεν τα πολυπρόσεχες, όλη η περιοχή έχει γεμίσει ενοικιαστήρια. με θλίψη κοίταξα τις άδειες βιτρίνες. δεκαπέντε χρόνια κάτοικος Πλάκας, όλο έλεγα κάτι να πάρω από εδώ, ποτέ δεν το αξιώθηκα. τόχω αυτό, όλα τα αφήνω για αύριο κι αυτά με προσπερνάνε. (ακόμη δεν ξεχνάω έναν πίνακα ξεχασμένο κάποιο βράδυ στην πλατεία Αβησσυνίας, ένα πανέμορφο γυναικείο γυμνό που ντράπηκα να το ..απαλλοτριώσω μπροστά σε βλέμματα περαστικά κι όταν, μετά από δύο ώρες πέρασα, σχεδόν δάκρυσα γιατί ήξερα ότι μόλις φορτώθηκα ένα ακόμη ανεκπλήρωτο).

η θλίψη έγινε παράξενη, πεισματική χαρά όταν είδα ότι το τάβλι απρόσκοπτα συνεχιζόταν έξω. όλη η παρέα ήταν εκεί, αυτή τη φορά περισσότεροι, πρέπει να ...ενέσκυψαν στην παρέα κι οι γείτονες από τα άλλα μαγαζιά που, στο μεταξύ, έκλεισαν κι αυτά.

σαν περπατήσεις στην Πλάκα, στου Ψυρρή, θα δεις ότι το τάβλι εξαπλώνεται, σιγά σιγά, σε όλα τα πεζοδρόμια. ασσόδυο και ντόρτια, πλακ-ωτό (:)) και πόρτες (άδειες), σπάνια εξάρες και, απ΄ό,τι φαίνεται, καθόλου φεύγα... στο μεταξύ, τα μαγαζιά αδειάζουνε και κλείνουνε. τα ζάρια απέξω αλλάζουν δάκτυλα - ένας ήχος κρουστός δίνει ρυθμό στο χρόνο που όλο και πιο κρουστά περνάει. κρούει, χτυπά ο χρόνος, κρούουν χτυπούν τα ζάρια.

μου έρχεται να απογειωθώ κι ύστερα να κοιτάξω κάτω. το τάβλι που συνεχίζεται σε όλη τη συνοικία. ένας άλλος ρυθμός κυριαρχεί στην πόλη. που όλο πυκνώνει κι εντείνεται, σαν το σφυγμό αρρώστου. κι όσο περνάει ο καιρός, όλο και σκέφτομαι τη στιγμή που θα χαθούν τα ζάρια...

Δεν υπάρχουν σχόλια: